«πάσα δε επιτηδειότης μιμήσει και ομοιότητι γίνεται, διο οι μεν ναοί τον ουρανόν, οι δε βωμοί μιμούνται την γην» - ΣΑΛΟΥΣΤΙΟΣ
«Κάθε δε επιτηδειόττης γίνεται με μίμηση και ομοιότητα, για αυτό οι μεν ναοί μιμούνται τον ουρανόν, οι δε βωμοί μιμούνται την γην»
Ο Σαλούστιος λοιπόν μας λέει τι ακριβώς εσυμβόλιζαν οι ναοί και οι βωμοί οι οποίοι ήταν έξω από τους ναούς και μάλιστα όπως γνωρίζουμε ευρίσκοντο στην ανατολική είσοδο των ναών.
Προφανώς με τις λέξεις ουρανός και γη δεν εννοούσε τον φυσικό ουρανό και την φυσική γη, αλλά τον υπεραισθητό και τον αισθητό κόσμο αντίστοιχα.
Ετσι λοιπόν ο ναός ήταν ο χώρος ο οποίος απεικόνιζε όλον τον υπεραισθητό κόσμο όπως μας τον παρουσιάζει η Ελληνική Θεολογία και Φιλοσοφία και μάλιστα διαρρυθμισμένο σε επίπεδα και μέρη ανάλογα με την δομή του υπεραισθητού κόσμου, όπως μας παραδίδεται από τα Φιλοσοφικά μας κείμενα.
Τα επίπεδα αποτυπώνονταν με σκαλοπάτια τα οποία οδηγούσαν σε ανώτερα επίπεδα μέσα στον ναό, το δε άγαλμα της θεότητας ευρίσκετο σε ειδικό διαμέρισμα μέσα στον ναό, στον λεγόμενο σηκό του ναού.
Ετσι λοιπόν με τα σκαλοπάτια μέσα στον ναό (να σημειωθεί ότι αναφερόμαστε στα σκαλοπάτια μέσα στον ναό και όχι τα σκαλοπάτια τα οποία απαιτούνται για να ανέβει κάποιος στο επίπεδο του ναού) απεικονίζονται τα διάφορα επίπεδα του θείου κόσμου που «μεσολαβούν» τρόπον τινά μέχρι να προσεγγίσει κανείς το άγαλμα της θεότητας.
Ετσι χρησιμοποιούμε σαν σημείο αναφοράς τον σηκό του ναού και το πόσα επίπεδα ανεβαίνουμε από την στιγμή που θα πατήσουμε το επίπεδο του ναού.
Αν λοιπόν γνωρίζουμε την δομή του θείου κόσμου όπως έχει καταγραφεί από τα Ελληνικά κείμενα, αναλύοντας την δομή των αναβαθμών που χρειάζονται να ανεβεί κανείς μέχρι το επίπεδο του αγάλματος της θεότητας (και από άλλα τυχόν ευρήματα και σύμβολα που συνδέονται με την θεότητα), γίνεται αντιληπτή σε ποιά έκφραση της θεότητας ήταν αφιερωμένος ο ναός.
Ας μην ξεχνάμε ότι όλη η σειρά που ξεκινά από έναν πρωταρχικό θεό (ενάδα) μέχρι τις μερικές ψυχές που ανήκουν σε αυτή την σειρά, έχει το ίδιο όνομα με την θεότητα, άρα δεν αρκεί να γνωρίζουμε ότι ο ναός ήταν αφιερωμένος στην Αθηνά για παράδειγμα, αλλά και σε ποιά έκφραση της. Ενα άλλο χαρακτηριστικό των ναών είναι οι διάφοροι κίονες οι οποίοι εχρησιμοποιούντο και οι οποίοι πέραν της καθαρά αρχιτεκτονικής τους λειτουργίας είχαν και τον κατάλληλο συμβολισμό.
Αν θυμηθούμε ότι στα πρόθυρα του Αγαθού σύμφωνα με τον Φίληβο του Πλάτωνα βρίσκονται οι τρεις μονάδες, Κάλλος, Αλήθεια, Συμμετρία, («Ουκουν εν μη μια δυνάμεθα ιδέα το αγαθόν θηρεύσαι, συν τρισί λαβόντες, κάλλει και συμμετρία και αληθεία» - Φίληβος 65.2) από τις οποίες και απορρέουν όλα όσα σχηματίζουν την πραγματικότητα, τότε αναγόμεθα στο ότι οι ρυθμοί των κιόνων που στηρίζουν τον ναό θα αποτελούν έκφραση των τριών αυτών μονάδων.
Και πράγματι αν συμβουλευτούμε το έργο του Βιτρουβίου περί Αρχιτεκτονικής (Βιβλίο IV, κεφ.1 ) θα δούμε ότι ο Δωρικός ρυθμός μιμείται την Ισχύ μιας και εμιμείτο την στήριξη μεγάλων βαρών και άρα την Συμμετρία γιατί μόνο η συμμετρία είναι ισχυρή η όποια δε ασυμμετρία είναι ασταθής, εμμέσως μας αντιστοιχεί τον Ιωνικό ρυθμό με τον Νου και κατ’επέκταση την Αλήθεια – μιας και τον παραβάλλει με το κεφάλι και τα μαλλιά μιας γυναίκας (στο κεφάλι υπάρχει ο εγκέφαλος που είναι όργανο του νου) και τον Κορινθιακό ρυθμό με το Κάλλος μιας και μας αναφέρει ότι ο ρυθμός αυτός μιμείται την λεπτότητα και την χάρη μιας γυναίκας.
Ας σημειωθεί ότι η έλλειψη κάποιου συγκεκριμένου ρυθμού κιόνων σε έναν ναό δεν σημαίνει την απουσία της αντίστοιχης μονάδας, αλλά την κρύφια ύπαρξη της, που πιθανόν υποκρύπτει μια βαθύτερη συμβολική.
Πριν προχωρήσουμε τον συλλογισμό μας ας σημειώσουμε ότι στον ναό δεν επετρέπετο να εισέρχονται οι θνητοί, αλλά μόνο οι ιερείς, η δε όλη λατρεία εγίνετο υπαίθρια στον βωμό, τον οποίο ο Σαλούστιος μας είπε ότι μιμείται την γη, δηλαδή τον αισθητό κόσμο.
Αρα λοιπόν, εμείς όπως είμαστε ενσαρκοι ανήκουμε στον αισθητό κόσμο, για αυτό και τα λατρευτικά μας καθήκοντα τα κάνουμε στον βωμό εκτός του ναού για να μεταβούμε δε στον υπεραισθητό θα πρέπει να ανεβούμε κάποια επίπεδα, τα οποία μας συμβολίζουν τα σκαλοπάτια της κλίμακας που χρειάζεται να ανεβούμε μέχρι να πατήσουμε το επίπεδο του ναού, ξεκινώντας από την γη, δηλαδή από το αισθητό.
Ο αριθμός των σκαλοπατιών λοιπόν μας απεικονίζει τα επίπεδα που πρέπει συνειδησιακα να ανεβούμε για να προσεγγίσουμε τον θείο κόσμο και τα οποία είναι πλήρως κατανοητά, αν γνωρίζουμε πως είμαστε φτιαγμένοι και πως είναι η σύνθεση του ανθρώπου, ο οποίος δεν είναι το σώμα που αντιλαμβανόμαστε, αλλά η ψυχή.
«ο άνθρωπος άρα ψυχή εστι’» όπως μας λέει ο Ολυμπιόδωρος.
Ετσι λοιπόν η απαγόρευση εισόδου στον ναό υπενθύμιζε ότι πρέπει να «φαντασθούμε» τον εαυτό μας άσαρκο, την ψυχή μας δηλαδή, γιατί μόνο αυτή έχει θέση στον πραγματικό ναό που απεικονίζει τον υπεραισθητό κόσμο.
Ετσι λοιπόν στρεφόμενοι μέσα μας και συνειδητοποιώντας τι ακριβώς είμαστε, μπορούμε να συντονιστούμε και να ανεβούμε συνειδησιακά ώστε να εναρμονισθούμε με ένα περιβάλλον το οποίο είναι πρόσφορο για να μας επιτρέψει την επικοινωνία με το θείο.
Εκτός δε από τα παραπάνω που αρκετά από αυτά είναι ορατά στις μέρες μας, υπήρχαν και κινούμενα μέρη και στολίδια στους ναούς και στα αγάλματα που είχαν την δική τους συμβολική για τα οποία μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε.
Στην επόμενη επίσκεψη μας σε έναν ναό, ας είμαστε λίγο συγκεντρωμένοι και ας προσπαθήσουμε να «ακούσουμε» τον ναό, τι θέλει να μας πει μέσα από την συμβολική του. Ερχόμενοι λοιπόν στο σήμερα, και όντες οπλσμένοι με κατάλληλες έννοιες και γνώσεις, θα πρέπει να έχουμε όλα αυτά στο μυαλό μας όταν εισερχόμεθα σε έναν ναό ή σε έναν χώρο που έχουμε διαρρυθμίσει για να καλύψει τις μεταφυσικές μας ανησυχίες, ώστε διαλογιζόμενοι και συντονιζόμενοι κατάλληλα να προσλάβουμε αυτά που πρέπει και μπορούμε.